Κνίδωση

Κνίδωση είναι η κατάσταση εκείνη που χαρακτηρίζεται από περιγεγραμμένα οιδήματα του δέρματος(πομφοί), λευκού ή ρόδινου χρώματος, που διαρκούν για λίγα λεπτά, επανεμφανίζονται σε διαφορετικές θέσεις του σώματος και ενίοτε συνοδεύονται από κνησμό (φαγούρα).

Όταν η κνίδωση διαρκεί λιγότερο από 6 εβδομάδες, τότε ονομάζεται οξεία κνίδωση και οφείλεται σε τρόφιμα που προκαλούν αλλεργία, σε φάρμακα και σε άλλες συνήθεις αλλεργιογόνες αιτίες (γύρη, τσίμπημα εντόμου, τρίχωμα ζώου)  ή σε περιβαλλοντικούς παράγοντες.

Εάν η κνίδωση ξεπερνά σε διάρκεια τις 6 εβδομάδες, τότε χαρακτηρίζεται χρόνια και μπορεί να οφείλεται σε συστηματικό νόσημα, σε φυσικά αίτια ή να είναι ιδιοπαθής. Σε σπάνιες περιπτώσεις η κνίδωση μπορεί να διαρκέσει μήνες ή και χρόνια.

Στις περισσότερες περιπτώσεις η κνίδωση τελικά υποχωρεί,εκτός εάν υπάρχουν άλλες παθήσεις (αυτοάνοσα νοσήματα, λοιμώξεις, έντονη αγχώδης διαταραχή κ.ά)

Ο δερματολόγος θα δώσει ειδικές οδηγίες στους ασθενείς για την αποφυγή των αιτίων που κατά περίπτωση προκαλούν τα εξανθήματα. Επίσης, θα εντοπίσει το φάρμακο που μπορεί να είναι υπαίτιο για την εκδήλωση κνίδωσης και πιθανόν να ζητήσει άλλες συμπληρωματικές εξετάσεις. Κυρίως όμως  θα ελέγξει τα αποτελέσματα της φαρμακευτικής θεραπείας που χορήγησε, διότι υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος γενίκευσης και επιδείνωσης του εντοπισμένου εξανθήματος.

Στη φαρμακευτική αντιμετώπιση της κνίδωσης περιλαμβάνονται αντισταμινικά, κατάλληλη δίαιτα, κορτικοστεροειδή σε πιο σοβαρές περιπτώσεις, κυκλοσπορίνη (αυτοάνοση κνίδωση) μέχρι και επινεφρίνη σε περίπτωση εκτροπής σε αναφυλακτικό shock.

Τα τελευταία χρόνια για την αντιμετώπιση της χρόνιας και ανθεκτικής κνίδωσης έχει χρησιμοποιηθεί με άριστα αποτελέσματα η ομαζιλουμάμπη (Xolair), βελτιώνοντας θεαματικά την ποιότητα ζωής των ασθενών.

Αγγειοοίδημα

Το αγγειοοίδημα σε σχέση με την κνίδωση είναι εντοπισμένο οίδημα των βαθύτερων στιβάδων του δέρματος (χόριο και υποδόριος ιστός). Σε ορισμένες περιπτώσεις η κνίδωση μπορεί να συνοδεύεται και από αγγειοοίδημα, αλλά δεν αποτελεί προϋπόθεση. Εμφανίζεται συνήθως γύρω από τα μάτια και τα χείλη.

Το αγγειοίδημα μπορεί να γίνει απειλητικό, εάν εντοπιστεί στη γλώσσα ή στο λαιμό και μπλοκάρει τους αεραγωγούς, οπότε το άτομο πρέπει να προσέλθει στα επείγοντα, ιδιαίτερα εάν αισθανθεί έντονη δυσφορία, δυσκολία στην αναπνοή και ζάλη.

Τύποι αγγειοοιδήματος:

  • Αλλεργικό αγγειοοίδημα
  • Ιδιοπαθές
  • Αγγειοίδημα σχετιζόμενο με φάρμακα
  • Κληρονομικό αγγειοίδημα (σχετίζεται με ανεπάρκεια του αναστολέα της C1 εστεράσης- εμφανίζεται από την παιδική ηλικία και δεν αποκρίνεται στην κλασσική φαρμακευτική αγωγή)

Ο ασθενής με αγγειοοίδημα, θα πρέπει να επισκεφθεί τον δερματολόγο για κλινική εξέταση, διάγνωση και κατάλληλη θεραπεία.