Είναι μια σπάνια ασθένεια που προκαλείται από την ύπαρξη υπερβολικού αριθμού μαστοκυττάρων στο σώμα. Η μαστοκυττάρωση διακρίνεται σε δερματική,όταν τα συμπτώματα αφορούν το δέρμα και σε συστηματική όταν έχουμε προσβολή τουλάχιστον ενός οργάνου εκτός δέρματος. Εμφανίζεται συχνά στα παιδιά, συνήθως μεταξύ ενός και τεσσάρων ετών. Η συχνότητα της νόσου αυξάνεται και πάλι μεταξύ 30-50 ετών.

Η δερματική μαστοκυττάρωση διακρίνεται σε:

  • Μελαγχρωματική κνίδωση(η συχνότερη μορφή-δέρμα σαν «λεοπάρδαλη») σία
  • Διάχυτη δερματική μαστοκυττάρωση (DCM)
  • Μονήρες μαστοκύττωμα(συνήθως σε βρεφική ηλικία σαν μονήρης όζος)
  • Έμμονη εξανθηματική κηλιδώδης τηλεαγγειεκτα

Επειδή τα μαστοκύτταρα παράγουν μια ουσία που ονομάζεται ισταμίνη και η οποία προκαλλεί αγγειοδιαστολή στο σώμα, πολλές φορές ο ασθενής εκτός των δερματικών αλλοιώσεων, μπορεί να εμφανίζει και συστηματικά συμπτώματα όπως κνησμό, δύσπνοια, υπόταση, ναυτία, έμετους, διάρροιες και «κοκκίνισμα»(flushing).

Μάλιστα πολλές φορές ο εκούσιος ερεθισμός των βλαβών (σημείο Darier) πυροδοτεί τα προηγούμενα συμπτώματα και συμβάλλει σημαντικά στη διαφορική διάγνωση της νόσου.

Η μαστοκυττάρωση χρειάζεται έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση. Ο δερματολόγος με μια σειρά εργαστηριακών εξετάσεων θα πρέπει πρώτα να αποκλείσει την συστηματική συμμετοχή (προσβολή άλλων οργάνων) και εν συνεχεία να καθορίσει το είδος της θεραπείας που εξαρτάται από τη σοβαρότητα των συμπτωμάτων και την έκταση της νόσου.